Με το παρόν κείμενο θα επιχειρήσω να μοιραστώ ορισμένες σκέψεις αναφορικά με μία πολύ σημαντική, κατά την άποψη μου, φιλοσοφική έννοια του Νίτσε, την έννοια της «αιώνιας επιστροφής». Θα προσπαθήσω να παρουσιάσω αυτές που πιστεύω ότι είναι οι σημαντικότερες ψυχολογικές προεκτάσεις της έννοιας αυτής, η κατανόηση των οποίων μπορεί να πλουτίσει την ζωή ενός ανθρώπου γεμίζοντας την με νόημα, βάθος και ουσία. Θα συσχετίσω την έννοια της αιώνιας επιστροφής με τον καταναγκασμό επανάληψης, ένα ψυχικό φαινόμενο που βασανίζει πολλούς ανθρώπους.
Όπως άλλωστε συνέβαινε με όλες τις μεγάλες του φιλοσοφικές ανακαλύψεις, ο Νίτσε συνέλαβε την έννοια της «αιώνιας επιστροφής» κατά την διάρκεια ενός περιπάτου σε μία Ελβετική λίμνη τον Αύγουστο του 1881. Προσωπικά θεωρώ ότι η θεώρηση του Νίτσε περί της «αιώνιας επιστροφής» ή «αιώνιου γυρισμού» δεν είναι μία αμιγώς φιλοσοφική έννοια, αλλά αποτελεί ένα είδος υπαρξιακής κοσμοθεωρίας. Με απλά λόγια, είναι μία έννοια που έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την ψυχική ζωή ενός ανθρώπου. Περισσότερο από όλα, ωστόσο, η «αιώνια επιστροφή» περιγράφει ένα ασυνείδητο ψυχικό φαινόμενο, αυτό της καταναγκαστικής επανάληψης με το οποίο θεωρώ ότι συνδέεται άρρηκτα.
Η Νιτσεϊκή έννοια της αιώνιας επιστροφής δεν είναι αποκομμένη από την ευρύτερη φιλοσοφία του Νίτσε, η οποία είναι στον πυρήνα της βαθύτερα υπαρξιακή. Λαμβάνοντας υπόψιν την άμεση σύνδεση της έννοιας της αιώνιας επιστροφής με την συνολική φιλοσοφική κοσμοθεωρία του Νίτσε, θεωρώ σημαντικό να παρουσιάσω πολύ συνοπτικά κάποιους από τους βασικούς άξονες της φιλοσοφίας του Νίτσε με σκοπό να βοηθήσω τον αναγνώστη που δεν είναι εξοικειωμένος με την φιλοσοφία του να κατανοήσει καλύτερα την έννοια της αιώνιας επιστροφής. Μία ενδελεχής ανάλυση της φιλοσοφίας του Νίτσε είναι πέρα από τον σκοπό του κειμένου αυτού.
Η φιλοσοφία του Νίτσε
Αυτό που διαφοροποιεί την φιλοσοφία του Νίτσε από αυτή των προκατόχων και μεταγενέστερων του, είναι η απουσία ενός φιλοσοφικού modus vivendi. Ο Νίτσε δεν εισάγει τον μελετητή της φιλοσοφίας του σε μια συγκεκριμένη σχολή σκέψης και κατ’ επέκταση δεν τον ενθαρρύνει να υιοθετήσει κάποιο μοντέλο ερμηνείας του κόσμου. Με άλλα λόγια, ο Νίτσε δεν λέει σε έναν άνθρωπο πως να ζήσει την ζωή του. Για αυτόν τον λόγο, τον θεωρώ περισσότερο ψυχολόγο, -με την πραγματική έννοια του όρου- και λιγότερο φιλόσοφο.
Αντιθέτως, η φιλοσοφία του Νίτσε ενθαρρύνει την ελεύθερη σκέψη, προτρέποντας έτσι τον μελετητή της να εργαστεί ώστε «να γίνει αυτό που είναι». Η αφοριστική αυτή φράση του Νίτσε υποδηλώνει, κατά την άποψη μου, ότι ένας άνθρωπος οφείλει να εργαστεί πάνω στον εαυτό του, να ανακαλύψει πτυχές της προσωπικότητας του ουτως ώστε να οδηγηθεί σταδιακά προς την ολόπλευρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων του. Αυτό, πιστεύω, ότι ήθελε να μεταφέρει μέσα από μια άλλη σημαντική του ρήση, η οποία αποτέλεσε κεντρικό άξονα της φιλοσοφίας του, την «θέληση για δύναμη». Με τον όρο «δύναμη» δεν αναφέρονταν στην επιβολή εξουσίας στους άλλους, αλλά στην ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, δηλαδή στο ψυχικό και συναισθηματικό του «μεγάλωμα». Και είναι αυτή η ανάπτυξη που βοηθά έναν άνθρωπο όχι μόνο να αντέξει τις τραγωδίες της ζωής, αλλά και να ζήσει μία ικανοποιητική ζωή.
Θεμελιώδης άξονας της φιλοσοφίας του είναι η ελευθερία. Και τι είναι ελευθερία για τον Νίτσε; Ελευθερία, έγραψε, είναι να έχει κανείς τη θέληση να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του. Συνεπώς, η ελευθερία για τον Νίτσε προϋποθέτει την ανάληψη ατομικής ευθύνης η οποία οδηγεί στην ανερξαρτησία. «Όλα είναι ελευθερία», γράφει, «μπορείς επειδή θέλεις». Αυτό, αργότερα, όταν έγραφε το magnum opus, τον Ζαρατούστρα του, το ονόμασε «θέληση για δύναμη», στην οποία αναφέρθηκα παραπάνω. Οραματιζόταν ένα μοντέλο ανθρώπου ολοκληρωμένο, ελεύθερο και πλήρως απογυμνωμένο από κάθε δεσμό. Οραματιζόταν έναν άνθρωπο ηνίοχο της ύπαρξης του. Μονάδα μέτρησης του ανθρώπου, υποστήριξε, είναι η δύναμη της θέλησης του.
Πάντοτε θεωρούσα τον Νίτσε έναν από τους μεγαλύτερους ελευθερωτές της ανθρωπότητας. Η σημαντικότητα της φιλοσοφίας του, η οποία εκτείνεται πέρα από το καλό και το κακό, είναι ότι την κατανοεί ο καθένας με μοναδικό τρόπο. Μα περισσότερο από όλα η φιλοσοφία του Νίτσε είναι βάλσαμο για κάθε πληγωμένη ψυχή, για κάθε άνθρωπο που υποφέρει και θέλει να βρει το κουράγιο και την ψυχική ρώμη να περάσει μέσα από τις μυλόπετρες της ζωής.
Η έννοια του αιώνιου γυρισμού
Έχοντας παρουσιάσει μερικές σκέψεις για την φιλοσοφία του Νίτσε, θα περιγράψω τώρα την έννοια της αιώνιας επιστροφής. Η πρώτη περιγραφή της έννοιας αυτής βρίσκεται στο βιβλίο του Νίτσε Χαρούμενη Επιστήμη την οποία περιγράφει ως εξής:
Κι αν μια μέρα ή μια νύχτα, ερχόταν ένας δαίμονας και γλιστρούσε μέσα στην υπέρτατη μοναξιά σου και σού λεγε: «Αυτή τη ζωή, όπως την έζησες και την ζεις ως τα τώρα, πρέπει να την ξαναρχίσεις από την αρχή, και να την ξαναρχίζεις αδιάκοπα, χωρίς τίποτα το καινούργιο, αντίθετα, μάλιστα! Ο παραμικρός πόνος, η παραμικρή ευχαρίστηση, η παραμικρή σκέψη, ο παραμικρός στεναγμός, όλα όσα ένιωσες στη ζωή σου θα ξανάρθουν, κάθε τι το άρρητα μεγάλο και το άρρητα μικρό που έχει μέσα της, όλα θα ξανάρθουν, και θα ξανάρθουν με την ίδια σειρά, με την ίδια ανελέητη διαδοχή…. κι αυτή η αράχνη θα ξανάρθει, κι αυτό το σεληνόφωτο ανάμεσα στα δέντρα, κι αυτή η στιγμή, κι εγώ ο ίδιος»!
Και συνεχίζει:
«Η αιώνια κλεψύδρα της ζωής θα ξαναγυρίζει ακατάπαυστα, κι εσύ μαζί της, απειροελάχιστη σκόνη των σκονών!»… Δεν θα ‘πεφτες κατάχαμα, δεν θα ‘τριζες τα δόντια σου και δεν θα καταριώσουν αυτό το δαίμονα; Εκτός πια, αν έχεις ζήσει κάποια θαυμαστή στιγμή, οπότε θα του απαντούσες: «Είσαι θεός˙ ποτές μου δεν άκουσα τόσο θείο λόγο!» Κι αν σου γινόταν έμμονη αυτή η σκέψη, ίσως θα σε μεταμόρφωνε, κι ίσως και να σ’ εκμηδένιζε˙ και θ’ αναρωτιόσουν για το κάθε τι: «Το θέλεις αυτό; το ξαναθέλεις; Mια φορά; Πάντα; Επ’ άπειρον;» Κι αυτό το ερώτημα θα βάραινε επάνω σου με αποφασιστικό και τρομερό βάρος! Ή πάλι, Αχ πόσο θάπρεπε ν’ αγαπάς τον εαυτό σου και τη ζωή, ώστε να μην ποθείς πια τίποτ’ άλλο απ’ αυτή την υπέρτατη κι αιώνια διαβεβαίωση»!
Η φαντασίωση του δαίμονα – αγγελιοφόρου της αιώνιας επανάληψης θα μπορούσε να αποτελεί ίσως το σημαντικότερο ψυχολογικό πείραμα το οποίο θα αναδείκνυε την ποιότητα της ζωής ενός ανθρώπου. Τι θα απαντούσε άραγε ο καθένας από εμάς στον δαίμονα αυτόν; Θα επιθυμούσε κανείς να ζει αιώνια και επαναλαμβανόμενα την ίδια ζωή, με όλες της τις τις στεναχώριες, τις λύπες και τις ευτυχισμένες στιγμές ξανά και ξανά; Θα καταριόταν τον δαίμονα – αγγελιοφόρο ή θα τον καλωσόριζε; Θα ήταν μία σκέψη που θα τον μεταμόρφωνε ή θα τον οδηγούσε την κατάρρευση;
Αυτά είναι πολύ σημαντικά ερωτήματα που καθένας από εμάς χρειάζεται να θέσει στον εαυτό του. Αυτό που ο Νίτσε προσπαθεί να μεταφέρει στον αναγνώστη του, όπως εγώ το αντιλαμβάνομαι, είναι ότι πρέπει να ζει την ζωή του «σαν να πρόκειται να είναι καταδικασμένος να την επαναλαμβάνει αιωνίως». Για κάποιους ανθρώπους αυτό θα ήταν πραγματική κατάρα, ενώ για άλλους ευτύχημα. Το ψυχολογικό δίδαγμα της Νιτσεϊκής έννοιας του αιώνιου γυρισμού είναι ότι κανείς θα πρέπει να ζει με τέτοιον τρόπο την ζωή του ώστε να θέλει να την επαναλαμβάνει επ’ άπειρον. Κάποιος που έχει μία ζωή μεστή νοήματος και ουσίας, μία ζωή δημιουργική και με βάθος καλωσορίζει τον δαίμονα της αιώνιας επανάληψης. Αντιθέτως, ο άνθρωπος που ζει μία μίζερη, ρηχή και ανούσια ζωή θα μετατρέπονταν σε έναν σύγχρονο Προμηθέα και η ζωή του σε ένα συνεχές επαναλαμβανόμενο μαρτύριο.
Η αιώνια επιστροφή ως ψυχικό φαινόμενο
Πέραν από μέτρο ευτυχίας ή δυστυχίας ενός ανθρώπου, η φαντασίωση της αιώνιας επανάληψης αποτελεί μία αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα του ψυχισμού ενός ανθρώπου. Περισσότερο από έναν αιώνα πριν, ο Freud συνειδητοποίησε ότι οι ασθενείς του είχαν την τάση να επαναλαμβάνουν τραυματικά μοτίβα του παρελθόντος στο παρόν και διαπίστωσε ότι ήταν παγιδευμένοι στην επανάληψη αυτή και ανήμποροι να ξεφύγουν. Ο Freud ονόμασε το φαινόμενο αυτό «καταναγκασμό επανάληψης».
Αυτό που απασχόλησε την σκέψη του Freud και πολλών άλλων μεταγενέστερων ψυχαναλυτών ήταν το γιατί οι άνθρωποι έχουν την ασυνείδητη τάση να επαναλαμβάνουν επώδυνες και τραυματικές εμπειρίες με έναν τόσο καταστροφικό τρόπο. Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία, το ασυνείδητο κίνητρο του καταναγκασμού επανάληψης είναι η προσπάθεια του ατόμου να κυριαρχήσει και να ξεπεράσει ένα τραυματικό γεγονός του παρελθόντος. Η κλινική εργασία μας έχει δείξει ότι ο καταναγκασμός επανάληψης είναι η απέλπιδα προσπάθεια ενός ανθρώπου να διορθώσει το παρελθόν του. Η επανάληψη αυτή δεν είναι ποτέ αποτελεσματική καθώς το τραύμα υποχωρεί με την επεξεργασία και όχι με την επανάληψη. Συνεπώς, η επανάληψη επιτείνει το μαρτύριο ενός ανθρώπου ο οποίος μετατρέπεται σε έναν σύγχρονο Προμηθέα: γίνεται δεσμώτης του ίδιου του του ασυνειδήτου, καταδικασμένος να υποφέρει αιωνίως περιμένοντας μάταια έναν εξωτερικό ελευθερωτή.
Η επανάληψη είναι κατά αυτόν τον τρόπο έναν είδος άμυνας του ψυχισμού ενός ανθρώπου προς τον πόνο της επεξεργασίας ενός τραυματικού γεγονότος. Όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται, είναι προτιμότερο κανείς να επαναλβάνει μία τραυματική συνθήκη και να είναι έρμαιο του ασυνειδήτου του, παρά να εργαστεί πάνω στο τραύμα του. Αυτό συμβαίνει διότι η ψυχική εργασία πάνω στο τραύμα προϋποθέτει την ανάληψη ευθύνης του εαυτού, την συνειδητοποίηση ότι το παρελθόν δεν μπορεί να ορίζει το παρόν και την πραγματική επιθυμία απελευθέρωσης από τα τραυματικά δεσμά μέσα από μία εντατική και κοπιώδη ψυχική εργασία. Αυτό, δυστυχώς, είναι κάτι που τρομάζει πολλούς ανθρώπους.
Ένας άλλος λόγος που πολλοί άνθρωποι έχουν την τάση να επαναλβάνουν τραυματικά γεγονότα του παρελθόντος στο παρόν, είναι μία ψευδή αίσθηση ελπίδας. «Μπορεί τώρα τα πράγματα εξελιχθούν διαφορετικά», λέει το ασυνείδητο του ατόμου. Για παράδειγμα, μία γυναίκα που μεγάλωσε με έναν κακοποιητικό πατέρα μπαίνει συνεχώς σε σχέσεις με άνδρες που έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά προσωπικότητας με το ασυνεήδητο κίνητρο να αλλάξει την συμπεριφορά τους και έτσι να διορθώσει το τραύμα που της προξένησε ο πατέρας της. Ένα τραυματικό γεγονός, ωστόσο δεν μπορεί να διορθωθεί, αλλά μονάχα να επεξεργαστεί. Η ψευδής αίσθηση ελπίδας δεν βασίζεται στο κουράγιο και στο ψυχικό σθένος (τα οποία είναι τα επιμέρους στοιχεία της ελπίδας), αλλά λειτουργεί ως μία σκουριασμένη πανοπλία η οποία όχι μόνον δεν πραστατεύει το άτομο από τον πόνο, αλλά το οδηγεί στο επανατραυματισμό.
Επιστρέφοντας στην Νιτσεϊκή έννοια της αιώνιας επανάληψης, μπορεί κανείς εύλογα να συμπεράνει ότι ο άνθρωπος που είναι δεσμώτης της αέναης αυτής καταναγκαστικής επανάληψης καταριέται τον δαίμονα – αγγελιοφόρο του αιώνιου γυρισμού. Πώς άλλωστε θα άντεχε να ζει την ζωή του μέσα από την συνεχή μιζέρια και πόνο; Η ειρωνεία ωστόσο είναι ότι ενώ ο ίδιος άνθρωπος θα έκλεινε την πόρτα στον δαίμονα της επανάληψης, επαναλαμβάνει την ζωή του με έναν καταναγκαστικό τρόπο γεμίζοντας την ύπαρξη του με πικρία, μίσος και απογοήτευση.
Η ψυχολογική χρησιμότητα της φιλοσοφικής έννοιας του Νίτσε είναι ότι μπορεί να αποτελέσει δείκτη αξιολόγησης της ποιότητας ζωής ενός ατόμου. Κατά μία έννοια, η φαντασίωση της αιώνιας επανάληψης μπορεί να θεωρηθεί βαρόμετρο ευτυχίας ή δυστυχίας ενός ανθρώπου. Μέσα από την ιδέα της αιώνιας επιστροφής, ο Νίτσε καλεί τον αναγνώστη να εξετάσει την ποιότητα της ζωής του. Ο άνθρωπος που υποδέχεται εγκάρδια τον δαίμονα – αγγελιοφόρο της αιώνιας επανάληψης είναι αυτός που ενδεχομένως ζεί μία αρκετά ικανοποιητική ζωή. Μία ζωή που θα ήταν χαρούμενος να επαναλαμβάνει στην αιωνιότητα. Αντιθέτως, αυτός που καταριέται τον δαίμονα της αιώνιας επανάληψης είναι αυτός που ζει μία ζωή γεμάτη δυσφορία, θλίψη και μιζέρια.
Είναι συνεπώς αναγκαίο ο καθένας να αναλογιστεί την απάντηση που θα έδινε στον δαίμονα – αγγελιοφόρο της αιώνιας επανάληψης, καθώς η απάντηση καθρεπτίζει την ποιότητα της ζωής του. Όπως άλλωστε ισχυρίστηκε και ο ίδιος ο Νίτσε, η φαντασίωση της αιώνιας επανάληψης πρέπει να αγκαλιαστεί από κάθε άνθρωπο που θέλει να ζήσει μία πλήρη και μεστή νοήματος ζωή.