Πριν από έναν χρόνο τέτοια ημέρα στο συνέδριο του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Ψυχοθεραπείας πάνω στην εξής θεματική: “From Medea to Clytemnestra: The revenge of the beaten child and the murder of the (m)other in psychopathic and sadistic patients”. H ομιλία αφορούσε την επίδραση της μητρικής αποστέρησης και κυρίως κακοποίησης στην ανάπτυξη της ψυχοπαθητικής και σαδιστικής προσωπικότητας καθώς και ακραίων μορφών σεξουαλικής βίας.

Η βασική υπόθεση, η οποία πηγάζει από την δική μου ερευνητική και κλινική εργασία, είναι ότι η μητρική αποστέρηση έχει καταστροφικές συνέπειες στον ψυχισμό ενός παιδιού, ο οποίος γεμίζει με μίσος και φθόνο. Το ανεπεξέργαστο μίσος οδηγεί το παιδί ασυνείδητα να διαπράξει έναν ψυχικό φόνο, μία ‘συμβολική μητροκτονία’, σκοτώνοντας παράλληλα κάθε ανθρώπινή του ιδιότητα, η οποία συμπεριλαμβάνει τόσο την θηλυκή του πλευρά, όσο και συναισθήματα αγάπης, στοργής, συμπόνιας και ευαλωττότητας. Η ψυχική αυτή μητροκτονία, κατά την άποψη μου, συντελείται μέσω μίας σαδιστικής ψεύδο-ταύτισης με μία κακοποιητική πατρική φιγούρα, η οποία είναι απότοκος του ψυχικού κενού που αφήσε στον ψυχισμό του παιδιού η κακοποίηση της μητέρας. Το μίσος αυτό, προϊόν απόταύτισης από κάθε τι ανθρώπινο και ταυτόχρονα ενδοβολής μίας σαδιστικής πατρικής φιγούρας, διαχέεται προς τον έξω κόσμο και ορισμένες φορές εκδραματίζεται με τον πιο βάρβαρο τρόπο.

Στις παρακάτω γραμμές θα προσπαθήσω να μοιραστώ μερικές σκέψεις, όσο λακωνικότερα μπορώ, αναφορικά με τις ολέθριες συνέπειες που έχει στον ψυχισμό ενός ατόμου η μητρική κακοποίηση σε ψυχοπαθητικούς και σαδιστικούς ασθενείς, οι οποίοι έχουν καταδικαστεί για ειδεχθή εγκλήματα. Θα επιχειρήσω να παρουσιάσω τα δυναμικά αυτά μέσα από ένα σύντομο κλινικό παράδειγμα.

Γνώρισα τον Κ. σε μία φυλακή υψίστης ασφαλείας της Βρετανίας. Το παρουσιαστικό του ήρχετο σε πλήρη αντίθεση με την ψυχή του, θυμίζοντας μου τον Dorian Gray του Oscar Wilde, o oποίος πούλησε την ψυχή του στο διάβολο για να διατηρήσει την νεότητα του. O K. ήταν ευγενική φυσιογνωμία, ψηλός, με λεπτά χαρακτηριστικά, αντανακλώντας μία φαινομενική πραότητα. Τα προαναφερθέντα δεν προμήνυαν επουδενί τον λόγο για τον οποίο εξέτιε την ποινή του: παιδοφιλία, βιασμός, σοβαρή σωματική βλάβη και απόπειρά ανθρωποκτονίας. Όταν ξεκινήσαμε να συζητάμε για το περιβάλλον και τις πρώτες σχέσεις της ζωής του ο Κ μου ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα κάτωθι:

«Κακοποιήθηκα σεξουαλικά πολλές φορές ως παιδί. Το συνειδητοποίησα στην ηλικία των 16 όταν νοσηλεύτηκα μετά από breakdown. Τότε άρχισα να θυμάμαι. Ο πατέρας μου ήταν ένα τέρας. Απειλούσε την μητέρα μου και την κακοποιούσε σεξουαλικά. Μια φορά μάλιστα προσπάθησε να την υποχρεώσει να κάνει σεξ με τον σκύλο. Αηδιαστικά πράγματα».

Συνέχισε λέγοντας:

« Μου έβαζε να βλέπω πορνό με άντρες μαζί του. Με υποχρέωνε σε στοματικό έρωτα… Αυτή η φράση ακόμη ηχεί στα αυτά μου: «ρούφα τον». Η μητέρα μου έλεγε ότι άρεσε αυτό στον πατέρα μου, αλλά ποτέ δεν έκανε τίποτε για να με προστατεύσει. Αντιθέτως άφηνε τον πατέρα μου να συνεχίζει να το κάνει αυτό».

Τόσο η κλινική εργασία, όσο και η εμπειρική έρευνα μας έχει δείξει ότι η πρώτη – πρώτη σχέση του παιδιού με την μητέρα παίζει καθοριστικό ρόλο στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη ενός ανθρώπου, η οποία έχει τις ρίζες της στο εάν και πώς η μητέρα ανταποκρίθηκε στις ανάγκες του. Η πρώτη αυτή σχέση εσωτερικεύεται από το παιδί και θα αποτελέσει το καλούπι πάνω στο οποίο θα στηριχθούν όλες οι μετέπειτα σχέσεις στην ενήλική ζωή. Αν η μητέρα είναι ‘αρκετά΄ καλή και μπορεί να παρέχει ένα ασφαλές περιβάλλον, τότε ο ψυχισμός του παιδιού οπλίζεται με ασφάλεια και αποτελεί την βάση όπου θα οικοδομηθούν ευγνωμοσύνης, αγάπης και ενσυναίσθησης βοηθώντας το παράλληλα να μεταβολίζει και να χωρά μέσα του συναισθήματα οργής και μίσους.

Σαφώς, τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν έτσι στην περίπτωση του Κ, ο οποίος μεγάλωσε μία συναισθηματικά απονεκρωμένη μητέρα, η οποία όχι μόνον δεν μπορούσε να ικανοποιήσει τις ψυχοσυναισθηματικές του ανάγκες, αλλά απέτυχε να τον προστατεύσει από τον σαδιστή – πατέρα. Το είδος αυτό μητρότητας, το οποίο συνάντησα σε πολλούς ψυχοπαθητικούς ασθενείς μου έφερε στον νου την Μήδεια, από την ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη, η οποία δολοφόνησε τα παιδιά της προκειμένου να εκδικηθεί τον Ιάσονα που την άφησε για μια άλλη γυναίκα.

Όπως εγώ το κατανοώ, η Μήδεια αντανακλά έναν αρχετυπικό είδος μητέρας, μέσω της οποίας συντελείται μία συμβολική δολοφονία. Η Μήδεια – μητέρα που επιτρέπει ή συντελεί στην κακοποίηση των παιδιών της ‘σκοτώνει’ κάθε ανθρώπινο κομμάτι τους, ‘δολοφονώντας’ κάθε ικανότητα για συναισθητική ανάπτυξη.

Η εγκατάλειψη της μητέρας οδηγεί σε ψυχική απονέκρωση και ερημιά: μία ανυπόφορη κατάσταση της ύπαρξης. Για να επιζήσει σε ένα τόσο τρομακτικό κόσμο, το παιδί ταυτίζεται με τον σαδιστή – πατέρα. Η ταύτιση αυτή δεν είναι μερική, αλλά ολική: το παιδί γίνεται ο σαδιστής πατέρας και επιτίθεται στην ανάγκη εξάρτησης από την μητέρα.

Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να αποχωριστεί την μητέρα καθώς και την ανάγκη του για μητρική στοργή, ο οποίος είναι να προβεί σε μία συμβολική δολοφονία. Δολοφονώντας την μητέρα, όπως έπραξε και ο Ορέστης στην Κλυταιμνήστρα και ταυτιζόμενος με τον σαδιστή – πατέρα, ο ψυχοπαθητικός ασθενής δολοφονεί παράλληλα ένα κομμάτι του εαυτού του που νιώθει ευάλωτο και κυρίως ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο.

Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι η βίαιη «δολοφονία» του μητρικού αντικειμένου δεν αποτελεί προθάλαμο του αποχωρισμού και σε καμία περίπτωση δεν οδηγεί σε αυτονόμηση και ανεξαρτησία.