Η σύγκρουση, κατά την άποψη μου, είναι η βασικότερη αρχή που διέπει και καθορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Αποτελεί νομοτελειακό στοιχείο της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας τόσο σε συμβολικό (εσωτερικό) επίπεδο, όσο και σε επίπεδο εξωτερικής πραγματικότητας. Η έννοια της σύγκρουσης κατέχει κεντρική θέση σε όλα τα αρχετυπικά κείμενα, από την Θεογονία του Ησιόδου, μέχρι τον Ταoϊσμό και τις Χριστιανικές γραφές.
Ο νομοτελειακός χαρακτήρας της σύγκρουσης εκφράστηκε με τον μεστότερο και γλαφυρότερο τρόπο μέσα από την φιλοσοφία του Ηρακλείτου. Ο Ηράκλειτος πίστευε ότι η σύγκρουση αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα της ζωής και ότι ο πόλεμος είναι γεννήτωρ των πάντων. Σύμφωνα με την θεώρηση αυτή του Ηρακλείτου, τα πάντα γεννιούνται μέσα από την σύγκρουση και την πάλη. Συνελόντι ειπείν, η σύγκρουση αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της ύπαρξης.
Περισσότερα από εκατό χρόνια πριν, ο Freud ανέδειξε τον ρόλο και τη σημασία των συγκρούσεων για την ψυχική υγεία ενός ανθρώπου. Μέσα από την κλινική του εργασία κατανόησε ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζεται σχεδόν εξολοκλήρου από συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα στο ασυνείδητό ενός ατόμου και συνεπώς το άτομο δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτές. Θεώρησε ότι η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία βοηθάει το άτομο να αντιληφθεί τι συγκρούσεις αυτές, να τις επαναβιώσει και να τις επεξεργαστεί μέσα στον θεραπευτικό χώρο.
Ο Freud διατύπωσε την ψυχαναλυτική υπόθεση ότι ο άνθρωπος φοβάται να βιώσει συνειδητά τις συγκρούσεις αυτές και για αυτόν τον λόγο τις αποφεύγει επιστρατεύοντας διάφορους μηχανισμούς άμυνας κρατώντας τις τελευταίες έτσι θαμμένες στο ασυνείδητό του. Προχώρησε μάλιστα την υπόθεση αυτή αναφερόμενος στο σύμπτωμα, το οποίο θεώρησε ως ένα είδος συμβιβασμού μεταξύ των μηχανισμών άμυνας και των ασυνείδητων συγκρούσεων.
Το σύμπτωμα, επομένως, για την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία είναι το αποτέλεσμα της δράσης των ασυνείδητων συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα στον ψυχισμό ενός ατόμου. Συνεπώς, το ασυνείδητο του ατόμου αποτελεί, εν είδει συμβολισμού, μία αρένα μέσα στην οποία λαμβάνουν χώρα έντονες και πολλές φορές τρομακτικές συγκρούσεις.
Υπάρχουν πολλά είδη εσωτερικών συγκρούσεων, με περισσότερο σημαντική την σύγκρουση μεταξύ αγάπης και μίσους. Ο Freud το συνειδητοποίησε αυτό προς το τέλος της αναλυτικής του καριέρας εγκαταλείποντας έτσι την πεποίθησή του ότι ο άνθρωπος κυνηγά το «ζειν ηδονικώς». Αντίθετα απεικόνισε την ανθρώπινη ψυχή ως μία αρένα στην οποία συγκρούονται δύο αντίθετες μεταξύ τους ενορμήσεις: η ενόρμηση προς την ζωή, την δημιουργία και την αγάπη με την ενόρμηση για καταστροφή και θάνατο.
Αυτό, ωστόσο, το οποίο κυρίως αποφεύγει ο άνθρωπος είναι η αντιπαράθεση και κυρίως η σύγκρουση με την συναισθηματική του πραγματικότητα. Επιδιώκει ματαίως ένα ψευδές αίσθημα γαλήνης, αποφεύγοντας την κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον εαυτό του. Κατά αυτόν τον τρόπο ο σημερινός άνθρωπος αρνείται την συναισθηματική του πραγματικότητα. Η άρνηση της ψυχικής πραγματικότητας, ή για να το πω διαφορετικά η αποφυγή της σύγκρουσης, αποτελεί τον Δούρειο Ίππο της ύπαρξης. Οδηγεί σε έναν πλαστό, ψεύτικο και μη αυθεντικό τρόπο ζωής που χαρακτηρίζεται από απάτη και μνησικακία.
Θα ήθελα λοιπόν να σκιαγραφήσω τις ολέθριες επιπτώσεις της αποφυγής της σύγκρουσης και της άρνησης της εσωτερικής πραγματικότητας μέσα από την σύντομη της Emma, μίας νεαρής γυναίκας την οποία έβλεπα πριν μερικά χρόνια (σημειωτέον: τόσο το όνομα όσο και η προσωπική ιστορία της ασθενούς έχουν παραποιηθεί σημαντικά ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμα, χωρίς ωστόσο η παραποίηση αυτή να αλλοιώνει το νόημα που πιστεύω ότι αντανακλά).
Η Emma, μια νεαρή γυναίκα στα 20 της απευθύνθηκε σε εμένα λόγω των ιδιαίτερα συχνών και πολύ έντονων κρίσεων πανικού που βίωνε. Οι κρίσεις αυτές ξεκίνησαν μετά από τον τερματισμό μίας πολύ σύντομης σχέση που είχε. Όπως συμβαίνει σχεδόν με κάθε άνθρωπο που βιώνει επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού, η Emma επισκέφτηκε πρώτα πάσης φύσεως γιατρούς φοβούμενη ότι έχει κάποιο σοβαρό παθολογικό πρόβλημα. Γρήγορα, ωστόσο οι γιατροί της επιβεβαίωσαν ότι χαίρει άκρας υγείας. Ο φόβος της σωματικής αρρώστιας (αναφέρομαι κυρίως στους νέους και υγιείς ανθρώπους) είναι συνήθως ένα είδος μετάθεσης του φόβου που αισθάνονται να αντικρύσουν την συναισθηματική τους πραγματικότητα και αυτός είναι ο συνήθης λόγος που κάποιος αργεί να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία.
Η βασική δυσκολία της Emma ήταν η σύνδεση με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό ήταν έκδηλο κυρίως στις ερωτικές της σχέσεις στις οποίες απουσίαζε το βάθος και το συναίσθημα. Η Emma είχε πολλές σύντομες σχέσεις (διαρκείας ημερών ή μερικών μηνών) τις οποίες τερμάτιζε αμέσως μόλις άρχιζε να νιώθει κάποια συναισθήματα για τον εκάστοτε σύντροφό της. Μόλις άρχιζε να συνδέεται μαζί του και να αναπτύσσει συναισθήματα, η Emma έκανε «επίθεση στην σχέση» την οποία τελείωνε πολλές φορές με ιδιαίτερα επιθετικό και αυστηρό τρόπο.
Όταν της έδωσα χώρο να μιλήσει σχετικά με το γιατι πιστεύει ότι συμβαίνει αυτό, η Emma μου ανέφερε ότι «κουράζεται γρήγορα και βαριέται εύκολα». Στην πραγματικότητα όμως, αυτό που φοβόταν ήταν ότι εάν επέτρεπε στον εαυτό της να συνδεθεί ουσιαστικά με έναν άνθρωπο στα πλαίσια μίας σχέσης, τότε θα εξαρτώνταν απόλυτα από αυτόν. «Για αυτό δεν επιτρέπω σε κανέναν να γίνει σημαντικός για εμένα…. τελειώνω την σχέση πριν προλάβει να εξελιχθεί». Την κάλεσα τότε να σκεφτούμε το ενδεχόμενο του να συμβεί το ίδιο στην δική μας θεραπευτική σχέση: να εγκαταλείψει δηλαδή την θεραπεία όταν αρχίσει να αισθάνεται να δημιουργείται μία ουσιαστική σχέση η οποία είναι σημαντική για αυτήν. Αρνήθηκε το ενδεχόμενο αυτό, λέγοντας μου ότι δεν υπάρχει τέτοια πιθανότητα. Περίπου δύο μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας, η Emma διέκοψε προφασιζόμενη οικονομικές δυσκολίες.
Έναν μήνα αργότερα, ωστόσο, επέστρεψε στην θεραπεία καθώς οι κρίσεις πανικού συνοδευόμενες από αγοραφοβία και κλειστοφοβία έγιναν ακόμη εντονότερες περιορίζοντας σημαντικά την λειτουργικότητά της. Η Emma επιζητούσε να ξεφορτωθεί τις κρίσεις πανικού και την κλειστοφοβία, αλλά αδυνατούσε να καταλάβει ότι οι κρίσεις άγχους ήταν μέρος της ψυχικής της πραγματικότητας: μιας πραγματικότητας που τόσο επιδέξια προσπαθούσε να αποφύγει.
Σε προηγούμενες μου αναρτήσεις έχω πολλές φορές ορίσει την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία ως την « τέχνη της επιβίωσης». Η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία έχει να κάνει με την αλήθεια και τελικός σκοπός της είναι να οδηγήσει τον θεραπευόμενο να μπορεί να κοιτάξει με αθόλωτο μάτι την άβυσσο της δικής του ύπαρξης. Με απλά λόγια, η ψυχοθεραπεία βοηθά έναν άνθρωπο να αντέξει τον εαυτό του και να σηκώσει στις πλάτες του το βάρος της προσωπικής του αλήθειας: μιας αλήθειας που με τόση μαεστρία αποφεύγει.
Η Emma ήταν παγιδευμένη σε μία δυσβάσταχτη και ανυπόφορη εσωτερική πραγματικότητα. Για αυτό άλλωστε ένιωθε και κλειστοφοβία. Φοβόταν να αναμετρηθεί με τον φόβο εξάρτησης και την τρόμαζε αποδεχτεί τον αληθινό της εαυτό με ό,τι περιέκλειε ο τελευταίος.
Αυτό που πάσχιζε να κάνει η Emma ήταν η αποφυγή της σύγκρουσης. Η αποφυγή της σύγκρουσης, η οποία συνοδευόταν από μία ψυχική οπισθοχώρηση σε ένα ναρκισσιστικό καταφύγιο, γινόταν σε βάρος της προσωπικής της αλήθειας. Αποφεύγοντας όμως την σύγκρουση απέφευγε την συναισθηματική της ανάπτυξη. Απέφευγε την ζωή και γινόταν δραπέτισσά της ίδιας της της ύπαρξης.
Το να κοιτάξει κανείς κατάματα την συναισθηματική του πραγματικότητα είναι κάτι ιδιαίτερα δύσκολο και πολλές φορές επώδυνο. Προϋποθέτει ότι κανείς έχει αντοχή να γίνει θεατής των συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα μέσα στον ψυχισμό του χωρίς να τις αποφεύγει. Αυτό συνεπάγεται το ψυχικό σθένος να πει κανείς ΟΧΙ σε όλες τις μορφές αυτόεξαπάτησης αντιμετωπίζοντας την εκάστοτε σύγκρουση μέσα από την αυθεντικότητα και ολότητα της ύπαρξης του.