Το 2017, σε ένα ψυχιατρείο ασφαλείας του Λονδίνου εργάστηκα με έναν ασθενή τον οποίο θα ονομάσω . Ο Joe, ένας μεσήλικας άντρας μετρίου αναστήματος και σωματοδομής, είχε καταδικαστεί για δύο βιασμούς, ο ένας εκ των οποίων κατέληξε σε ανθρωποκτονία. Μολονότι γνώριζα το ιστορικό του πριν τον συναντήσω, η πραγματικότητα, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως στη ζωή, υπερέβη τη φαντασία. Ενώ περίμενα να συναντήσω έναν άνθρωπο άγριο και επιθετικό, βρέθηκα απέναντι σε έναν άνθρωπο φαινομενικά ήρεμο, ευγενικό και ιδιαιτέρως συγκαταβατικό. Τίποτε δεν φανέρωνε τον ψυχοπαθητικό και σαδιστικό χαρακτήρα του.

Η επιφανειακή και ψευδής ηρεμία του άρχισε να κλονίζεται όταν ξεκινήσαμε να συζητούμε για τον πρώτο του βιασμό. Μετά από έναν τσακωμό με την τότε σύντροφό του, ο Joe έφυγε από το σπίτι οργισμένος και πήγε σε μία τοπική παμπ, όπου κατανάλωσε ποσότητα αλκοόλ, ωστόσο «γνώριζε πολύ καλά τι έκανε», όπως ανάφερε και ο ίδιος. Όταν επέστρεψε σπίτι, η σύντροφος του του ζήτησε να χωρίσουν. Τότε ο Joe άρχισε μανιωδώς να την χτυπά και όταν η ίδια έπεσε στο πάτωμα σε ημι-λιπόθυμη κατάσταση, άρχισε να την βιάζει. Όταν τον ρώτησα τι ήταν αυτό που τον οδήγησε στον ξυλοδαρμό και τον βιασμό, ο Joe με κοίταξε με έντονο ύφος, απαντώντας μου ως εξής: «Ήθελα να της δείξω ότι δε μπορεί να με ταπεινώνει και να παίζει μαζί μου».

Η κακοποίηση των γυναικών συνιστά μία θλιβερή πραγματικότητα, την οποία, δυστυχώς, επιβεβαιώνουν με τραγικό τρόπο οι σημερινές στατιστικές. Ένα σημαντικό ποσοστό της κακοποίησης των γυναικών, ωστόσο, συμβαίνει μέσα στα πλαίσια μίας συντροφικής σχέσης, συμβίωσης ή γάμου. Αποτελεί πεποίθηση μου, ότι ένα μεγάλο κομμάτι της βίας αυτής θα μπορούσε να είχε προληφθεί αν μια γυναίκα μπορούσε να αναγνωρίσει τους πρόδρομους της βίας, δηλαδή τα πρώιμα σημάδια στην συμπεριφορά ενός άντρα, καθώς και χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, τα οποία προβλέπουν την εκδήλωση πράξεων βίας. Διότι στην πραγματικότητα, η πράξη βίας συντελείται μετά από μία σειρά γεγονότων, συμπεριφορών και κινήσεων, οι οποίες δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν.

Ποια είναι λοιπόν τα χαρακτηριστικά του «κακοποιητικού άντρα;»

Το πρώτο δομικό χαρακτηριστικό του «κακοποιητικού άντρα» είναι η ανασφάλεια. Ένας ανασφαλής άντρας έχει μία ιδιαίτερα κατακερματισμένη αίσθηση του εαυτού του. Οι άντρες που παρουσιάζουν αυτό το ψυχολογικό προφίλ, παρουσιάζουν πολύ χαμηλή αυτοπεποίθηση και έντονα συμπλέγματα κατωτερότητας.

Εξωτερικά, πολλές φορές παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα: μία εικόνα ψεύτο-αυτοπεποίθησης, ψεύτο-σιγουριάς και ψεύτο – ασφάλειας. Είναι συνήθως δύσκολο για μία γυναίκα να κοιτάξει πίσω από αυτόν τον ναρκισσιστικό μανδύα, κάτω από τον οποίο όμως βρίσκεται ένα έντονο αίσθημα αναξιότητας το οποίο και προσπαθεί ο άντρας να καμουφλάρει. Ένα άλλο δομικό χαρακτηριστικό του «κακοποιητικού άντρα» είναι η ανικανότητα του να αγαπήσει. Ξανά, εδώ, αυτό είναι πολύ δύσκολο για μία γυναίκα να το διακρίνει. Οι άντρες αυτοί παρουσιάζονται αρχικά ως πολύ περιποιητικοί και φροντιστικοί. Είναι «πάντα εδώ», έτοιμοι να ικανοποιήσουν όλες τις ανάγκες της συντρόφου τους. Ωστόσο, αυτό είναι ψεύτικο. Η δοτικότητα του «κακοποιητικού άντρα» δεν αντανακλά ένα πηγαίο και αυθεντικό αίσθημα αγάπης και ευγνωμοσύνης, αλλά είναι μία προσπάθεια να αποκομήσουν δευτερογενή οφέλη. Με άλλα λόγια, δίνουν όχι γιατί επιθυμούν να δώσουν, αλλά γιατί αναμένουν να πάρουν πίσω περισσότερα.

Ένα τρίτο βασικό χαρακτηριστικό του «άντρα – κακοποιητή» είναι η παθολογική ζήλεια. Στην αρχή πολλές γυναίκες γοητεύονται από αυτού του είδους την ζήλεια την οποία λαθεμένα συγχέουν με την διεκδίκηση, η οποία τις κάνει να αισθάνονται επιθυμητές. Η ζήλεια όμως αυτή είναι ιδιαίτερα παθολογική και αντανακλά συναισθηματική ανεπάρκεια και ανασφάλεια. Συνήθως, ξεκινά με «χαριτωμένες» εκδηλώσεις ζήλειας, αλλά γρήγορα κορυφώνεται με άλλες ιδιαίτερα καταπιεστικές μορφές ελέγχου (έλεγχος του τηλεφώνου, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης κτλ).

Η ζήλεια πάει χέρι-χέρι με ένα άλλο ψυχικό χαρακτηριστικό, την παράνοια. Ο «άντρας – κακοποιητής» συνήθως δημιουργεί μία πραγματικότητα στο μυαλό του την οποία και πιστεύει ακράδαντα. Η πραγματικότητα αυτή είναι στρεβλωμένη και επιθετική. Ξεκινά να ερμηνεύει καταστάσεις κατά το δοκούν, «βλέποντας δράκους» εκεί που δεν υπάρχουν. Προσπαθεί να κατασκευάσει ιστορίες στις οποίες η σύντροφος του τον βλάπτει ή τον απατά και ερμηνεύει τα πάντα προς αυτή την κατεύθυνση. Οι περισσότερες γυναίκες σε αυτό το στάδιο αρχίζουν και αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλά μία μεγάλη μερίδα τους επιλέγει να παραμείνει.

Λόγω της συναισθηματικής του ευαλωττότητας και ανωριμότητας, δηλαδή της αδυναμίας του να ενσωματώσει μέσα του τα αμφιθυμικά του συναισθήματα, ο «κακοποιητικός άντρας» αδυνατεί να τα ελέγξει και τα εκδραματίζει: τα εκδηλώνει δηλαδή μέσα από τη συμπεριφορά του. Συνήθως αυτή η εκδραμάτιση ξεκινά με φωνές που σταδιακά κλιμακώνονται σε απόπειρες ξυλοδαρμου, σε ξυλοδαρμό και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και σε φόνο. Νιώθει βαθύτατα ταπεινωμένος και εξευτελισμένος και η βία είναι ο μόνος τρόπος να αμυνθεί για τον εξευτελισμό τον οποίο υπέστη στο νου του. Αυτό εκφράστηκε στην ακραία του μορφή μέσα από τη συμπεριφορά του Joe, όπου ο βιασμός της συντρόφου του ήταν τόσο μία πράξη ταπείνωσης προς εκείνη όσο και θριάμβου προς τα συναισθήματα εξάρτησης απέναντί της.

Ο «κακοποιητικός άντρας» μισεί την σύντροφό του επειδή τη χρειάζεται. Μισεί στον ίδιο βαθμό και τον εαυτό του καθώς νιώθει βαθύτατα εξαρτημένος και παθολογικά προσκολλημένος συμβιωτικά πάνω της. Είναι αδύναμος να φύγει, δεν μπορεί να φύγει. Για αυτό ακριβώς φθονεί τη γυναίκα και ο μόνος τρόπος να φύγει είναι να καταστρέψει αυτό που δεν μπορεί να κατέχει και να ελέγξει.

Η βία κατά των γυναικών συνιστά επίθεση στις πηγές της ζωής, στην ίδια τη ζωή. Αποτελεί βιασμό της ζωής. Είναι ένα σύμπτωμα της αδυναμίας, ευλωτότητας, κατωτερότητας και εξάρτησης που αισθανόμαστε ως άντρες απέναντι στο, πραγματικά, ισχυρό φύλο.