Εάν υποθέσουμε ότι υπάρχει μία οικουμενική αλήθεια για την ζωή, ίσως αυτή θα μπορούσε να αποτυπωθεί στην εξής φράση: η ζωή είναι επώδυνη. Το επώδυνο της ύπαρξης είναι η πρώτη από τις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες του Βουδισμού, κατέχοντας εξίσου κεντρική θέση σε πολλές άλλες θρησκευτικές διδασκαλίες και φιλοσοφικές σχολές σκέψης. Το να ζει κανείς ολοκληρωτικά, αληθινά και αυθεντικά, ωστόσο, αποτελεί την πιο υψηλή μορφή τέχνης. Ο άνθρωπος πρέπει να περιηγηθεί μόνος του στον λαβύρινθο της ύπαρξης και να πορευτεί στην ζωή φέροντας στους ώμους του, ως άλλος Άτλας, τα δεινά, τα βάσανα και τις συμφορές της.

Το ερώτημα που ευλόγως εγείρει μία τέτοια διαπίστωση, είναι το πώς μπορεί κανείς να διέλθει μέσα από τον οδυνηρό κυκεώνα της ύπαρξης. Πως όμως μπορούμε να σηκώσουμε στις πλάτες μας το φορτίο της ζωής χωρίς να καταρρεύσουμε; Πώς μπορεί κανείς να αντέξει τον πόνο που η ζωή συνεπάγεται; Και κυρίως, πως μπορεί κανείς να ζήσει την ζωή του με τέτοιο τρόπο που να δικαιολογεί τον πόνο και την οδύνη που αυτή προκαλεί;

H απάντηση στο αίνιγμα της ζωής, κατά την άποψη μου, είναι η εύρεση νοήματος, το οποίο συνεπάγεται την πλήρη ανάληψη ευθύνης για τον ευατό. Η αίσθηση καθήκοντος, η εύρεση νοήματος και η ανάληψη της ευθύνης για την ύπαρξη μας είναι ίσως τα μοναδικά αντίδοτα στο επώδυνο της ύπαρξης. Το νόημα, το οποίο αντανακλά τις δημιουργικές δυνάμεις της ζωής, δεν είναι μόνον υπαρξιακή, αλλά κυρίως ενστικτώδης ανάγκη του ανθρώπου. Βασίζεται στην αγάπη, την προσφορά και την δημιουργία. Το νόημα και η αίσθηση του καθήκοντος γεμίζουν την ψυχή του ανθρώπου με το απαραίτητο θάρρος και κουράγιο να αντέξει τα δεινά  της ζωής. Ο άνθρωπος που εθελοντικά αναλαμβάνει την ευθύνη της ύπαρξης του αποκτά το απαραίτητο ψυχικό σθένος και ρώμη να αντιμετωπίσει τα δεινά της ζωής. 

Ο ίδιος ο Freud πίστευε ότι το νόημα της ζωής βρίσκεται στην αξιοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων της ζωής. Διατύπωσε την ψυχολογική υπόθεση της ύπαρξης μίας πολύ ισχυρής ενόρμησης, την οποία ονόμασε «ενόρμηση της ζωής» και η οποία βρίσκεται σε αντιδιαστολή με την αντίθεση προς αυτήν ενόρμηση, την «ενόρμηση του θανάτου». Η ενόρμηση της ζωής αποτελεί συνδετικό και κυρίως συνεκτικό κρίκο της ύπαρξης και αντανακλά την ικανότητα για αγάπη, δημιουργία, προσφορά και νόημα. Η ενόρμηση του θανάτου αποτελεί επίθεση στις πηγές της ζωής και αφορά πρωτόγονες μορφές επιθετικότητας οι οποίες στρέφονται είτε προς τον εαυτό, είτε προς τους άλλους. Ο Freud είδε την ψυχή του ανθρώπου ως αρένα μέσα στην οποία συγκρούονται οι παραγωγικές με τις καταστροφικές δυνάμεις της ζωής. Η εύρεση νοήματος, είναι η συνειδητή μετακίνηση προς τις δυνάμεις της ζωής και η απομάκρυνση από τις δυνάμεις της καταστροφής.

Ανέφερα παραπάνω, ότι η εύρεση νοήματος και η ανάληψη της ευθύνης για τον εαυτό είναι μεταξύ τους αλληλένδετα. Πράγματι, για να μπορέσει κανείς να δημιουργήσει και να προσφέρει, θα πρέπει να αποβάλλει τον ναρκισσισμό του (στην παθολογική του μορφή) και να μπορέσει να σηκώσει στις πλάτες του το βάρος της ύπαρξης του, χωρίς να το φορτώνει σε κάποιον άλλο. Προϋποθέτει την ικανότητα του να αντέχει κανείς την συναισθηματική του πραγματικότητα, να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του και να αναλαμβάνει την ευθύνη αυτών που νιώθει. Η ανάληψη ευθύνης για τον εαυτό δεν συνεπάγεται την άρνηση της ψυχικής πραγματικότητας ούτε το ‘άδειασμα’ αυτής μέσα σε κάποιο άλλο άτομο. Αντιθέτως, συνεπάγεται την συναισθηματική ωριμότητα, την παραδοχή της αλήθειας, την πίστη στις δημιουργικές δυνάμεις ενός ανθρώπου και το ξεπέρασμα του ναρκισσισμού μας. 

Όταν το νόημα απουσιάζει, τότε το φορτίο της ζωής γίνεται δυσβάσταχτο. Eκεί όπου η αίσθηση καθήκοντος εκλείπει, εκεί τα δεινά της ύπαρξης πολλαπλασιάζονται και ο άνθρωπος συνθλίβεται στις συμπληγάδες της ζωής. Το άτομο που αρνείται να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού και να αναζητήσει έναν ευγενή σκοπό που να δικαιολογεί τις οδύνες της ζωής, οπισθοχωρεί σε μία ναρκισσιστική κατάσταση της ύπαρξης. Παλινδρομεί σε ένα βρεφικό στάδιο ανάπτυξης στο οποίο δεσπόζουν φαντασιώσεις παντοδυναμίας.

 Η ναρκισσιστική αυτή οπισθοχώρηση, η οποία αποτελεί κολοσσιαίο ατόπημα της ύπαρξης, σκιαγραφείται με τον πιο γλαφυρό τρόπο στην περιπέτεια κινουμένων σχεδίων ‘Πίτερ Παν΄.  Ο Πίτερ Παν είναι ένα νεαρό αγόρι το οποίο έχει μαγικές ικανότητες. Eίναι γεμάτος δυνατότητες (όπως άλλωστε κάθε παιδί), τις οποίες όμως αρνείται να αξιοποιήσει και να μετατρέψει σε πηγές δημιουργίας. Ο Πίτερ Παν αρνείται να μεγαλώσει και να αναλάβει την ευθύνη της ύπαρξης του. Αρνείται να ωριμάσει συναισθηματικά και ψυχικά, αδυνατώντας να αντιμετωπίσει τις συμφορές της ζωής. Προτιμά να οπισθοχωρήσει σε ένα ναρκισσιστικό καταφύγιο, την ‘Χώρα του Ποτέ’ ως ηγέτης των Χαμένων Αγοριών. Διαλέγει να φαντασιώνεται την ύπαρξη της Tinkerbell, η οποία φαινομενικά παρέχει ό,τι θα μπορούσε να ιδανικά να παρέχει μία σύντροφος (στην εξιδανικευμένη της μορφή), με εξαίρεση του ότι δεν υπάρχει. Η Χώρα του Ποτέ, πέραν του ότι δεν υφίσταται (όπως άλλωστε σηματοδοτεί και το όνομά της), αποτελεί μία «νήσο της ηδονής», ένα μέρος όπου ο Πίτερ Παν μπορεί να ψευδο-υπάρχει ως βρέφος, αρνούμενος τις απαραίτητες ευθύνες και υποχρεώσεις της ενήλικης ζωής. Η ζωή του έτσι στερείται νοήματος ενώ είναι παράλληλα απογυμνωμένη από κάθε έννοια σκοπού και καθήκοντος. 

Σαν τον Πίτερ Παν, ο άνθρωπος που στερείται νοήματος αρνούμενος να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του  ζει μία ζωή γεμάτη ψευδαισθητικές φαντασιώσεις. Οπισθοχωρεί στην «Χώρα του Ποτέ», ένα ναρκισσιστικό καταφύγιο το οποίο τον απομακρύνει από την ψυχική του πραγματικότητα, από την οποία διακαώς προσπαθεί να δραπετεύσει. Διατηρεί μία παθητική στάση απέναντι στην ζωή. Και το να σπαταλάει κανείς τις δυνατότητες του και να παραμένει αδρανής μπροστά στον πανδαμάτωρ χρόνο, ίσως να αποτελεί την πιο ασύλληπτη τραγωδία